ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΑΡΘΡΩΝ
Clivia Miniata
Οικογένεια: Amarilidaceae
Πολυετές είδος, ποώδες, με όμορφη ανθοφορία που κατάγεται από την νότια Αφρική και την Σουαζιλάνδη.
Το γένος Clivia πήρε το όνομά του από την Δούκισσα του Northumberland, Lady Charlotte Clive (1787-1866) που καλλιέργησε για πρώτη φορά το φυτό στην Αγγλία. Το λατινικό ειδικό επίθετο Miniata το έχει πάρει από το λατινικό minium που σημαίνει κόκκινη κανέλα και αναφέρεται στο ορυκτό κινναβαρίτη (θειούχος υδράργυρος).
Αειθαλής θάμνος με τη βάση του ριζώματός του να φτάνει σε διάμετρο έως τα 5 εκ. και με πολλές σαρκώδεις κυλινδρικές ρίζες.
Από τη βάση του ριζώματος βγαίνουν, με αντικριστή ανάπτυξη, σκούρα πράσινα, λαμπερά, πλατιά, τοξωτά φύλλα σε μήκος περίπου 45 εκ..
Από έναν μακρύ μίσχο μήκους περίπου 50 εκ. αναπτύσσονται τα άνθη σε ταξιανθία, σε σχήμα χωνιού, σε αποχρώσεις του κόκκινου και πιο σπάνια κίτρινου χρώματος, με ένα ελαφρύ γλυκό άρωμα.
Ανθίζει τέλος χειμώνα, ενώ τα άνθη του έχουν μεγάλη διάρκεια και μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως κομμένα διακοσμητικά σε βάζο.
Μετά την ανθοφορία παράγεται ένας πράσινος σφαιρικός καρπός που όταν ωριμάσει γίνεται κόκκινος και μέσα του περιέχονται σκόροι (1 έως 5). Οι καρποί παραμένουν μεγάλο χρονικό διάστημα στο φυτό, προσφέροντας του επιπλέον καλλωπιστική αξία.
Η Clivia αναπτύσσει παραφυάδες και διχοτομεί το ρίζωμά της, με αποτέλεσμα κατά την πάροδο των χρόνων να κάνει πυκνές συστάδες.
Ο πολλαπλασιασμός της γίνεται είτε με διαίρεση του θυσάνου, ο οποίος είναι πρακτικά ο πιο εύκολος ή με σπορά.
Τα φυτά που αναπτύσσονται από σπόρο χρειάζονται περίπου τρία χρόνια για να ανθίσουν πρώτη φορά.
Το συγκεκριμένο φυτό έχει ιδιαίτερη αξία στην κηποτεχνία, όπου χρησιμοποιείται για το λαμπερό, αειθαλές φύλλωμά του και τα φωτεινά λουλούδια του. Εκτός της εύκολης καλλιέργειας και της κομψής του εμφάνισης μπορεί να καλλιεργηθεί σε σκιερά σημεία όπου οι εναλλακτικές επιλογές ανθοφόρων φυτών σε τέτοιες θέσεις είναι περιορισμένες.
Είναι κατάλληλο για καλλιέργεια σε γλάστρες, σε σκιερό χώρο ή ως φυτό εσωτερικού χώρου σε φωτεινό σημείο.
Μπορεί να καλλιεργηθεί σαν φυτό εξωτερικού χώρου σε θερμές περιοχές, σε προστατευμένα σημεία, σε παρτέρια ή σε συστάδες με άλλους θάμνους.
Όταν καλλιεργείται σε γλάστρα καλό είναι να μεταφυτεύεται κάθε 3 έως 4 χρόνια, αφαιρώντας κάθε φορά μικρά τμήματα της ρίζας.
Μεγαλώνει σε διάφορους τύπους εδαφών, με διαφορετική σύσταση και PH όξινο, ουδέτερο ή αλκαλικό αρκεί να έχει καλή αποστράγγιση.
Χρειάζεται μέτριο νερό και ελάχιστη φροντίδα. Το καλοκαίρι ποτίζεται τακτικά ενώ το χειμώνα ελάχιστα, καθώς το αυξημένο πότισμα κατά την χειμερινή περίοδο μπορεί να εμποδίσει την ανθοφορία.
Είναι ευαίσθητο σε θερμοκρασίες κοντά στο μηδέν, αλλά αντέχει σε ήπιους παγετούς.
Η έντονη ηλιοφάνεια μπορεί να προκαλέσει εγκαύματα στα φύλλα. Όταν έχουμε αυξημένη εδαφική υγρασία παρατηρείται συχνά σήψη ριζών και λαιμού του φυτού.
Προσβάλλεται από αφίδες και κοκκοειδή.
Είναι ευαίσθητο στον αλευρώδη, στον ψευδόκοκκο και αποτελεί αγαπημένο έδεσμα των σαλιγκαριών.
Το φυτό είναι τοξικό σε περίπτωση κατάποσης.